Η Υπόθεση

Η υπόθεση εκτυλίσσεται στα Σουλινά, παραδουνάβια κωμόπολη της Ρουμανίας. Όταν ανοίγει η αυλαία, βλέπουμε ένα δρόμο κοντά στο λιμάνι της πόλης με πολλή κίνηση, και δύο ομάδες φορτοεκφορτωτών να δουλεύουν. Ο Τριστάνος είναι επικεφαλής της μιας ομάδας και προσπαθεί να ξεσηκώσει τους εργάτες του εναντίον των εργατών της άλλης. Είναι η ώρα της μεσημεριανής διακοπής και έρχονται οι γυναίκες των εργατών για να σου φέρουν φαγητό. Ανάμεσά τους και η Ναταλία, η γυναίκα του Τριστάνου, που του αναγγέλλει ότι η μικρή τους κόρη είναι βαριά άρρωστη. Ο Τριστάνος δεν συγκινείται και της ζητά το χρυσό ρολόι που της είχε χαρίσει όταν γεννήθηκε η μικρή, για να το δείξει τάχα σ’ ένα φίλο του. Οι γυναίκες με τη Ναταλία φεύγουν και εμφανίζεται μια νεαρή τραγουδίστρια, η Νίνα, που κάθεται σ’ ένα καφενείο. Την πλησιάζει ο Τριστάνος που της εξομολογείται τον έρωτά του και της χαρίζει το χρυσό ρολόι της γυναίκας του. Ενώ η Νίνα φαίνεται να διασκεδάζει μαζί του, μπαίνει στο λιμάνι ένα ποταμόπλοιο και ανάμεσα στους επιβάτες που κατεβαίνουν απ’ αυτό είναι ο Μπατσατσέλι και ο Βάισχαϊτ, δύο συνάδελφοι της Νίνας, που πρόκειται να εμφανιστούν μαζί της σ’ ένα καφωδείο. Η Ναταλία βγαίνοντας από ένα φαρμακείο συναντά τον Μίκαελ, παλιά της αγάπη και πιλότο του ποταμόπλοιου. Αυτός, ερωτευμένος ακόμη μαζί της, της προσφέρει τη βοήθειά του σε ό,τι χρειαστεί. Η συζήτησή τους διακόπτεται από τις φωνές των εργατών που, με την υποκίνηση του Τριστάνου, έχουν αρχίσει μεγάλη λογομαχία, ενώ τους παρακολουθούν διασκεδάζοντας η Νίνα με τον Μπατσατσέλι και τον Βάισχαϊτ. Η αυλαία πέφτει ενώ κορυφώνεται η φιλονικία.

Μετά από ένα ιντερμέτζο, ανοίγει η αυλαία και βλέπουμε το εσωτερικό ενός καφωδείου. Παρακολουθούμε μια λογομαχία ανάμεσα στις σερβιτόρες για τους αγαπημένους τους και εμφανίζονται οι τρεις καλλιτέχνες, οι οποίοι προετοιμάζονται για την εμφάνισή τους σε λίγο. Μπαίνει ο Μίκαελ, τον οποίο πλησιάζει η Νίνα και προσπαθεί να τον ξελογιάσει, χωρίς όμως επιτυχία. Έρχονται σιγά σιγά οι πελάτες που αστεϊζονται με τις σερβιτόρες και αρχίζει το μουσικό πρόγραμμα με τον Μπατσατσέλι, που τραγουδά μια ρομάντσα με μεγάλη επιτυχία. Ακολουθεί ο Βάϊσχαϊτ με ένα αριόζο, το οποίο διακόπτεται από τις αποδοκιμασίες του κοινού, και εμφανίζεται τελευταία η Νίνα που τραγουδά ένα χαριτωμένο τραγούδι και αποθεώνεται. Μπαίνει σα χαμένη η Ναταλία αναζητώντας τον Τριστάνο και του αναγγέλλει το θάνατο της κόρης τους. Ενώ οι εργάτες εκφράζουν τη συμπάθειά τους στη μάνα, ο Τριστάνος εξοργισμένος την κατηγορεί πως λέει ψέματα. Εκείνη ταραγμένη του θυμίζει την άσχημη ζωή που πέρασε τόσα χρόνια κοντά του και τον καταριέται. Έξαλλος εκείνος τη διώχνει και, θέλοντας να στρέψει αλλού την προσοχή του κόσμου κατηγορεί τον Μίκαελ, που βρίσκεται κοντά της, πως είναι εραστής της. Ο τελευταίος αγανακτισμένος το αρνείται, παραδέχεται όμως πως εξακολουθεί να την αγαπά και την αποκαλεί «μάρτυρα». Η Ναταλία και ο Μίκαελ φεύγουν και η αυλαία κλείνει καθώς οι εργάτες αποχωρούν ακολουθώντας τις γυναίκες τους.

Η τρίτη πράξη διαδραματίζεται μέσα στο σπίτι του Τριστάνου, όπου η Ναταλία απελπισμένη θρηνεί το χαμό του παιδιού της. Έρχεται ο Μίκαελ με μερικούς εργάτες που εκφράζουν τη συμπαράστασή τους στη συντετριμμένη μητέρα. Όταν μένουν μόνοι, ο Μίκαελ και η Ναταλία αναπολούν την παλιά τους αγάπη και συμφωνούν να ζήσουν μαζί κάπου αλλού, αφού γίνει η κηδεία του παιδιού. Μόλις όμως φεύγει ο Μίκαελ, η άτυχη μάνα αποφασίζει να αυτοκτονήσει, μένοντας πιστή στο παιδί της. Αφήνεται να εισπνεύσει τις αναθυμιάσεις από το μαγκάλι. Καθώς την κυριεύει πια η αγωνία του θανάτου, προσπαθεί να ανοίξει το παράθυρο αλλά πέφτει νεκρή. Ακούγεται η φωνή του μεθυσμένου Τριστάνου που επιστρέφει. Χτυπά την κλειδωμένη πόρτα και, πιστεύοντας πως θα βρει μέσα τους δυο ερωτευμένους, τη σπάει. Αντικρύζει τα γυάλινα μάτια της νεκρής και οπισθοχωρεί έντρομος, ενώ πέφτει η αυλαία.

Σχόλια
Comments